Αντί να λέμε αυτά που λέγαμε κάποτε, “Ας προσπαθήσουμε να επανεισαγάγουμε την ομοφυλοφιλία στο γενικό πρότυπο των κοινωνικών σχέσεων”, ας πούμε το αντίστροφο – “Όχι! Ας δραπετεύσουμε όσο το δυνατόν περισσότερο από το είδος των σχέσεων που προτείνει η κοινωνία για εμάς και ας προσπαθήσουμε να δημιουργήσουμε στον κενό χώρο όπου είμαστε νέες σχεσιακές δυνατότητες.” Προτείνοντας ένα νέο σχεσιακό δικαίωμα, θα δούμε ότι οι μη ομοφυλόφιλοι άνθρωποι μπορούν να εμπλουτίσουν τις ζωές τους αλλάζοντας το δικό τους σύστημα σχέσεων.
Michel Foucault, “The Social Triumph of the Sexual Will”
Στο ντοκιμαντέρ “We Were Here” (2011) του David Weissman καταγράφεται η εμφάνιση του ιού HIV στην γκέι κοινότητα του Σαν Φρανσίσκο στις αρχές των 80s, μέσα από τις αφηγήσεις ορισμένων γυναικών και ανδρών που επέζησαν της επιδημίας. Παρά τα ενδιαφέροντα ντοκουμέντα, τα πλάνα αρχείου, τις συγκινητικές προσωπικές (ή όχι τόσο προσωπικές) ιστορίες των πρωταγωνιστών, επιλέγουμε να σταθούμε σε αυτές τις τρεις λέξεις του τίτλου: We. Were. Here. Εμείς. Βρισκόμασταν. Εδώ.
Ποιους/ποιές περιλαμβάνουμε και τι αισθανόμαστε όταν λέμε “Εμείς;”. Υπονοεί και διεκδικεί κάτι το “Βρισκόμαστε/Υπάρχουμε” πέρα από το ότι αναπνέουμε και είμαστε βιολογικά ζωντανοί; Και τι είναι το “Εδώ”; Τα “δικά μας” μέρη, τα “δικά μας” στέκια, οι “δικές μας” πιάτσες ή μήπως “η δική μας” ολόκληρη πόλη;
Ο ιός HIV, αταυτοποίητος και δίχως όνομα ακόμη, επισκέφθηκε το 1978 μια ηδονιστική συνάθροιση γκέι αντρών σε μια συγκεκριμένη πόλη, με γκέι δρόμους, γκέι γειτονιές, γκέι μαγαζιά, γκέι κινηματογράφους, ίσως με γκέι νοοτροπία, σίγουρα όμως με αρκετούς γκέι ανθοπώλες και ακόμα περισσότερο γκέι σεξ. Το 1978 αν ήσουν γκέι άντρας, τότε ο προορισμός και το τραγούδι στο ράδιο ήταν ένα: “If you’re going to San Francisco…”. Η επίσκεψη του HIV στο Σαν Φρανσίσκο, επέφερε ένα μετασχηματισμό σε αυτή τη συνάθροιση ανθρώπων: τους μετέτρεψε οριστικά και πέρα από κάθε αμφιβολία σε μια κοινότητα.
Αν στον πυρήνα μιας κοινότητας βρίσκεται η έννοια μιας κοινής ταυτότητας, τότε ο ιός της επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας ήταν η πηγή αυτής της ταυτότητας ίσως με έναν αμείλικτα ουσιοκρατικό τρόπο. Ο “Γκέι Καρκίνος”, “GRID – Ανοσολογική Ανεπάρκεια Σχετιζόμενη με τους Γκέι”, θα έρθει να σε βρει, κάποιοι λένε ότι “το αξίζεις” κιόλας, “καλά να πάθεις”… Υπό αυτή την έννοια, οι νέες κοινωνικές σχέσεις, ο ακτιβισμός και ο πολιτικός λόγος που άνθησαν την εποχή εκείνη, ήταν ο θρίαμβος της πολιτικής ταυτοτήτων (identity politics).
Σήμερα, όπου λ.χ. ο HIV/AIDS δεν σημαίνει απαραίτητα καταδίκη σε θάνατο, ποιες είναι οι ανάγκες και ποιες οι επιταγές για την ύπαρξη μιας τόσο στιβαρής και ταυτοτικά ορισμένης κοινότητας; Πριν προχωρήσουμε σε μια συζήτηση για το τι πρέπει να αφήσουμε στην άκρη ώστε να ανήκουμε σε μια κοινότητα, πριν αναρωτηθούμε αν υιοθετούμε στρατηγικά και με πολιτικούς όρους το φάσμα της ουσιοκρατίας πίσω από κάθε ταυτότητα, πριν νιώσουμε μια μεταμοντέρνα νοσταλγία για αυτό το “Εμείς” που, όπως φαίνεται, είτε “υπήρχε” σε μιαν άλλη εποχή και σε έναν άλλο τόπο, είτε είναι ευχή και απελευθερωτικό όραμα για ένα απροσδιόριστο μέλλον, πριν συζητήσουμε αν ένα υποκείμενο συγκροτείται μόνο-του ή με-άλλους, θα θέλαμε να προτείνουμε το εξής:
Δεν έχει τόσο σημασία κάποιος υποτιθέμενος προγραμματικός σκοπός μιας κοινότητας, ούτε το τι θα αφήσεις και τι θα πάρεις μαζί σου για να ανήκεις σε αυτή και να απολαμβάνεις την ασφάλεια που σου παρέχει. Σημασία δεν έχει μόνο τι θα μάθεις, αλλά τι θα ξε-μάθεις. Τι θα ξε-χάσεις, τι θα ξε-παστρέψεις, τι θα ξε-βολέψεις, τι θα ξε-θεμελιώσεις. Διαβάζουμε την ιστορία ανάμεσα στις γραμμές: Η ιστορία των ομοφυλόφιλων γυναικών στο We Were Here, οι οποίες έγιναν οι αιμοδότριες για τους άρρωστους γκέι άντρες, έγιναν οι νταντάδες τους, οι μάνες τους, αυτές που συνόδευσαν στον θάνατο εκείνους τους άντρες δίχως μανάδες και πατέρες, δεν είναι μια ιστορία υποδειγματικής αλληλεγγύης. Είναι τα πρώτα βήματα σε μέρη σκιερά, σκοτεινά, έκφυλα και αλλόκοτα, κρυμμένα από τη ραδιενεργή λάμψη του ήλιου της πατριαρχίας και της ετεροκανονικότας. Όταν μου λες τι αξίζει, τι είναι πραγματικό, τι είναι αναπόφευκτο, όταν μου λες ποιοι είναι οι Νόμοι αυτής της ζωής που κάνουμε, όταν μου λες “δεν υπάρχει εναλλακτική”, όταν με πληροφορείς για τι αξίζει να συγκινείσαι και τι πρέπει να περιφρονείς, εγώ γελάω γιατί ξέρω ότι υπάρχει κάτι άλλο. Το έχω κάνει. Μαζί με άλλες. Υπό αυτή την έννοια, η βούληση για μια LGBT+ κοινότητα δεν είναι τόσο ένα κάλεσμα με όραμα για ένα δημιουργικό μέλλον, όσο μια επιθυμία για την αποδόμηση και την καταστροφή του υπάρχοντος.