Της Αλεξάνδρας Χαλκιά
Εν μέσω οικονομικής κρίσης, μίας εκ των σημαντικότερων της μεταπολεμικής περιόδου όπως λένε, κυκλοφόρησε και στην Ελλάδα η μετάφραση του βιβλίου της Judith Butler, Gender Trouble: Feminism and the subversion of identity, που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1990 από τις εκδόσεις Routledge. Στην ελληνική έκδοση, η λίστα των «συντελεστών» του έργου υπογραμμίζει το βάρος της έκδοσης. Το ερώτημα όμως παραμένει— γιατί είναι σημαντικό το βιβλίο αυτό, και, επίσης, τι σχέση έχει το βιβλίο αυτό, που πρωτοδημοσιεύθηκε στις ΗΠΑ το 1990, με «εμάς»; Το Gender Trouble αποτέλεσε το πρώτο πόνημα που έτυχε ευρείας αναγνώρισης στον επιστημονικό αλλά και ακτιβιστικό χώρο, ενώ επιτίθεται, με εξαιρετική μαεστρία και τεκμηρίωση, σε έναν ακρογωνιαίο λίθο του κοινωνικού μορφώματος του σύγχρονου ατόμου, είτε αυτό είναι «δεξιό» «κεντρώο» «αριστερό» ή, ενδεχομένως, και συνδεδεμένο με τον χώρο της αναρχίας∙ η κεντρική ιδέα του βιβλίου είναι ότι το φύλο δεν είναι φυσικό, δεν προδιαγράφεται από κάποιο υποτιθέμενα αντικειμενικό βιολογικό στερέωμα. Αλλά, επίσης, δεν είναι και, με την ρηχή έννοια, μία απλή κατασκευή. Αντίθετα, αυτή η φαινομενικά τόσο απλή και «διαφανής» διάσταση της ταυτότητας μεταμορφώνεται, μέσα από τη γραφή της Μπάτλερ στο βιβλίο αυτό, σε ένα σύνθετο κοινωνικό εγχείρημα που, επιπλέον, έχει εξέχουσα πολιτική σημασία, η οποία επεκτείνεται πέρα από στενά οριζόμενα ζητήματα «ισότητας», φεμινισμού κτλ.
Για την Μπάτλερ, αυτό που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι η λεγόμενη «επιτελεστικότητα» του φύλου, η οποία δεν θα πρέπει να μπερδεύεται με την οποιουδήποτε τύπου «παράσταση». Πρόκειται μάλλον για μια εννοιολόγηση του φύλου ως κάτι που στηρίζεται σε ενσώματες, λεκτικές ή μη, πρακτικές «αναφοράς» σε κάποιο πρότυπο που όμως απουσιάζει. Έτσι το φύλο δρα ως ένα «ρυθμιστικό ιδεώδες» που διαμορφώνει όχι μόνο κανονικότητες στη συμπεριφορά, στην εμφάνιση, αλλά και στην ίδια την σκέψη και τη διαμόρφωση της υποκειμενικότητας. Δεν πρόκειται δηλαδή για έναν «ρόλο» που ένας φαινομενικός πυρήνας του εαυτού ασπάζεται ή απορρίπτει, και «παίζει» με μεγαλύτερη ή μικρότερη δεξιοτεχνία, όπως προτείνουν κάποιες θεωρήσεις των κοινωνικών επιστημών που ξεχωρίζουν το «κοινωνικό φύλο» και το «βιολογικό φύλο».
Για το Gender Trouble, ένας σοβαρός «ύποπτος» στο εγχείρημα αυτό είναι η ετεροφυλοφιλία, η οποία κι εκείνη στο πλαίσιο αυτό αντιμετωπίζεται ως μια πολιτική τάξη πραγμάτων που έχει αυθαίρετες διασυνδέσεις με τη «φύση» του ανθρώπου. Συνέπεια της φυσικοποίησης του φύλου, σε συνάρτηση με ένα είδος κανονιστικής ετεροφυλοφιλίας, είναι, κατά τη Μπάτλερ, η θεμελίωση ιεραρχιών και αποκλεισμών που οικοδομούν το ίδιο το πεδίο του ανθρώπινου. Καθίσταται έτσι καταστατικής σημασίας για την παραγωγή αναγνωρίσιμων ανθρώπινων υποκειμένων ένα ιδιαίτερο είδος βίας. Για να γίνoυν περισσότερο κατανοητά αυτά, αρκεί να σκεφτούμε την ταινία του Πάνου Χ. Κούτρα Στρέλλα, που παιζόταν μέχρι πρόσφατα σε κάποιες κινηματογραφικές αίθουσες στην Αθήνα. Σε αντίστιξη με αυτό που επιτυγχάνει η ταινία, στην «κανονική» τάξη πραγμάτων ο χαρακτήρας του πατέρα που παραμένει ερωτευμένος με την Στρέλλα, μία τρανς που ανακαλύπτει πως είναι γιος του, καθώς και η ίδια η Στρέλλα, θεώνται ως είδη «τεράτων», σίγουρα υποκείμενα με «παθολογίες» και όχι ακριβώς άνθρωποι. Τα μη επαρκώς έμφυλα υποκείμενα, άνθρωποι που δεν επιτελούν το φύλο με βάση τις προτασσόμενες κανονικότητες του διπολικού στατικού συστήματος που κυριαρχεί σήμερα στις χώρες της «Δύσης» και όχι μόνο, εξοστρακίζονται και «στοιχειώνουν» το πεδίο του διανοητού, περιφρουρώντας, μέσα από μία φρικαλεότητα που τους αποδίδεται, τα κανονιστικά σχήματα υποκειμενοποίησης και κοινωνικών σχέσεων.
Με άλλα λόγια, η αναπαραγωγή ενός πολιτισμικού θα λέγαμε καθεστώτος, εντός του οποίου το φύλο αναδύεται ως «φυσική» και αυτονόητη απόρροια κάποιων βιολογικών χαρακτηριστικών, και άμεσα συνδεδεμένο με την επίσης «φυσική» ετεροφυλοφιλία, σε συγκεκριμένες αρθρώσεις της βέβαια, τίθεται στο ερευνητικό, και πολιτικό στόχαστρο, ως κατ’ εξοχήν τόπος άσκησης εξουσίας και ανάπτυξης των τεχνολογιών της. Θέτοντας ερωτήματα για το πώς διαμορφώνεται το τι είναι διανοητό και τι όχι στο πεδίο του φύλου, καθώς και για τα θεμελιώδη διακυβεύματα που συνοδεύουν το εγχείρημά αυτό, παρά την συνήθη νοηματοδότηση του φύλου ως σημαντικής αλλά, εντέλει, «ελαφριάς» διάστασης της ταυτότητας, ή έστω πιο ελαφριάς από την «τάξη» για παράδειγμα, το Αναταραχή Φύλου πράγματι δημιουργεί και αυτό το ίδιο… αναταραχή!
Ουσιαστικά, το βιβλίο αυτό λειαίνει το έδαφος για την υποστήριξη της θέσης πως η ίδια η έννοια του ανθρώπου, και άρα η αναγνώριση κάποιων υποκειμένων ως ανθρώπινων και άξιων ζωής, ή άξιων θρήνου αν χαθούν, περιστρέφεται γύρω από την επιτελεστικότητα, όπως προτείνει η Μπάτλερ, της κανονιστικής θηλυκότητας ή του κανονιστικού ανδρισμού. Όπως λέει η ίδια η Μπάτλερ στον δεύτερο πρόλογο που έγραψε για την επανέκδοση του βιβλίου το 1999 (2009:15), «Στο βαθμό που οι έμφυλοι κανόνες (…)θεσπίζουν τι θα είναι και τι δεν θα είναι διανοητά ανθρώπινο, τι θα θεωρείται και τι δεν θα θεωρείται «πραγματικό», θεσπίζουν το οντολογικό πεδίο στο οποίο μπορεί να δίνεται νόμιμη έκφραση στα σώματα. Αν υπάρχει ένα θετικό κανονιστικό καθήκον στην Αναταραχή φύλου, είναι η επιμονή στην επέκταση αυτής της νομιμότητας σε σώματα που έχουν θεωρηθεί πλαστά, μη πραγματικά και αδιανόητα».
Σαν ένα απλό παράδειγμα του τι μπορεί να σημαίνει αυτό στην Ελλάδα σήμερα, έρχεται στο νου ένα επεισόδιο της τηλεοπτικής εκπομπής «Πρωταγωνιστές» του Σταύρου Θεοδωράκη, που προβλήθηκε προ λίγου καιρού (12 Απριλίου, 2010), με θέμα τις γυναίκες τρανς που «παίζουν» στο μαγαζί Κούκλες στο Κουκάκι. Κατά τη διάρκειά της παρουσιάζονται διάφοροι συντελεστές του προγράμματος στο μαγαζί, οι οποίες μιλάνε για τη ζωή τους στο συγκεκριμένο μαγαζί -τα μικρά καμαρίνια, τον άλλοτε κεφάτο και άλλοτε δύσκολο κόσμο- αλλά και τη ζωή τους γενικότερα. Τα πρόσωπα που βλέπουμε είναι γυναικεία, και τα αποσπάσματα από τις παραστάσεις τους που προβάλλονται σαφώς δείχνουν γυναίκες να τραγουδάνε, να μιλάνε στο κοινό κτλ.
Ωστόσο, την ίδια ώρα που η εκπομπή διανύει έδαφος στο πολιτισμικό εγχείρημα του να «εξανθρωπιστούν» οι τρανς στην Ελλάδα, με την έννοια του να θεαθούν καθαρά και απροβλημάτιστα ως απολύτως εξίσου άνθρωποι, παρουσιάζονται και κάποιες ρωγμές, μέσα από τις οποίες διαφαίνεται το προβληματικό του εγχειρήματος αυτού. Ο Θεοδωράκης ψάχνει, με τις ερωτήσεις του, πολύ, θα λέγαμε, για «πρόβλημα». Ο λόγος του επιχειρεί να τις εντάξει σε ένα πλαίσιο όπου οι ίδιες, αν και ωραίες, σαγηνευτικές, γυναίκες, δεν είναι ωστόσο, εντέλει «κανονικές». Χαρακτηριστικά, με μία από αυτές, ενώ έχουν μιλήσει για το παρόν για αρκετή ώρα, με τρόπο που επιτρέπει την «ανάγνωση» της συνομιλήτριάς του ως γυναίκας, ο Θεοδωράκης αίφνης την ρωτά για την παιδική της ηλικία. Εκείνη απαντά ελλειπτικά, αδιόρατα ενοχλημένη από την αλλαγή θέματος, και εκείνος επιμένει, προτρέποντάς την, με «μαλακό» ύφος σίγουρα, κοιτώντας στα μάτια την κοπέλα με την οποία συνομιλεί, αλλά επιμένει, «τότε, τότε… εσύ είσαι ένα αγόρι».
Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, η στροφή της συζήτησης δρα κατασταλτικά προς την περαιτέρω κινητοποίηση του εγχειρήματος που το Αναταραχή φύλου υποστηρίζει. Ας μην ξεχνιόμαστε, είναι σα να λέει ο Θεοδωράκης, μπροστά στην εμφανώς απόλυτα επαρκή επιτελεστικότητα της θηλυκότητας από την μεριά της συνομιλήτριάς του, …δεν είσαστε ωστόσο ίδιες. Δεν είσαστε, δηλαδή, «πραγματικές». Κι έτσι προβάλλει πάλι η κατηγορία του μη αυθεντικού, του «κάλπικου», χρωματίζοντας τα υποκείμενα που δεν επιτελούν φύλα με ευθυγραμμισμένους τρόπους, ως «λιγότερα», ως παθολογικά, και, ακόμα, ως κάποιου είδους απατεώνες.
Ωστόσο, στην ίδια εκπομπή, τα αποσπάσματα από τις παραστάσεις στις Κούκλες αναδεικνύουν γλαφυρά, έμμεσα βέβαια, πως και οι «κανονικές» δεν είναι φυσικά τέτοιες. Άλλωστε όλα τα νομίσματα, μπορούμε να πούμε πια με μεγαλύτερη άνεση στην γενικότερα ταραχώδη εποχή που διανύουμε, είναι ένα χαραγμένο μέταλλο, ή χαρτί. Η διαφορά είναι πως κάποιες χαράξεις του υλικού νομιμοποιούνται, μέσα από μία σειρά συμβάσεων, «σαν» να έχουν οι ίδιες μία αξία -σαν να αντιστοιχούν σε ανάλογη ποσότητα χρυσού για παράδειγμα, παρόλο που ο κανόνας του χρυσού έχει αναιρεθεί- και μετατρέπουν το υλικό, που συνήθως δεν έχει σχεδόν καμία δική του αξία, ή σημασία θα μπορούσαμε να πούμε, σε κάτι που φέρεται να έχει, ως ουσία του, και «αυτονόητα», την αξία που αναγράφεται.
Η ορολογία της Μπάτλερ έχει κατηγορηθεί από πολλούς ως αφαιρετική, ασαφής, περιττά σύνθετη κτλ. Όμως, η προσεχτική ανάγνωση του Gender Trouble φανερώνει και την πειθαρχία με την οποία η συγγραφέας επιστρέφει στα «απλά», συνυφαίνει αναλύσεις γεγονότων της επικαιρότητας, και επιμένει στη μεγάλη σημασία που έχει η αυστηρότερη
θέαση του φύλου ως μη-φυσικού, και, δη, ως παραγωγής που στηρίζεται σε ένα είδος επιτελεστικότητας, όπως υποστηρίζει, όπου τα υποκείμενα «παραπέμπουν» σε διαφορετικές δεξαμενές νοημάτων, αναφερόμενα σε ένα πρότυπο που δεν υπάρχει εντέλει κάπου, βγάζοντας το καπέλο τους, τρόπον τινά, σε καταστατικά αφηγήματα που αφορούν το φύλο, χωρίς βέβαια να είναι το φύλο. Η επιστημονική και πολιτική σημασία του βιβλίου έχει συζητηθεί εκτενώς. Διεθνώς, χιλιάδες επιστημονικών άρθρων και βιβλίων «εμπνεύστηκαν», τιθέμενα υπέρ ή κατά, από τις θέσεις που υποστηρίζει εδώ η Μπάτλερ, και τις διερευνούν περαιτέρω. Κάποια από αυτά καταπιάνονται με τα υποτιθέμενα λάθη, ή έστω τις αστοχίες, στην έμφαση του επιχειρήματος, στην ανάλυση κ.α. Ειδικά η αμερικανική αριστερά της διανόησης έθεσε ερωτήματα σχετικά με το κατά πόσον μία ανάλυση που βασίζεται στη διάλυση ουσιοκρατικών τοποθετήσεων μπορεί να συμμαχήσει με αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη. Ίσως η εποχή της «κρίσης» στην οποία έρχεται η ελληνική μετάφραση του βιβλίου να αρκεί για την απάντηση του ζητήματος αυτού. Είναι σαφές πως το βιβλίο αυτό συμβάλλει ποικιλοτρόπως στους σύνθετους αγώνες για την κοινωνική δικαιοσύνη, κι ας χτυπάει νεύρα.
Η Αλεξάνδρα Χαλκιά διδάσκει Φύλο και Κοινωνική Θεωρία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο
JUDITH BUTLER, Αναταραχή Φύλου: Ο φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας, (μτφρ. Γιώργος Καράμπελας, επιμ. Χριστίνα Σπυροπούλου, εισ. και επιστ. επιμ. Βενετία Καντσά, επίμετρο Αθηνά Αθανασίου), εκδόσεις Αλεξάνδρεια, σελ. 231