Marching for family

Το παρακάτω κείμενο γράφτηκε με αφορμή τα γεγονότα που έλαβαν χώρα στο Βελιγράδι τον περασμένο οκτώβρη, όταν χιλιάδες σέρβοι διαδήλωσαν ενάντια στο gay pride που  μετά από εννιά χρόνια πραγματοποίησε πορεία στους δρόμους της πόλης. Για όσες και όσους δε γνωρίζουν.. Τα pride αποτελούνε ένα γεγονός που επαναλαμβάνεται μετά τα γεγονότα του stonewall…

Στις 10 oκτωβρίου 2010, χιλιάδες αγανακτισμένοι πολίτες κατέβηκαν στους δρόμους του βελιγραδίου όπου συγκρούστηκαν με την αστυνομία, πέταξαν πέτρες και επιτέθηκαν σε μαγαζιά και νοσοκομεία. Αυτό που τους εξόργισε, τους ώθησε και τους όπλισε δ ε ν ήταν τα νέα οικονομικά μέτρα. Ήταν το gay pride, που εκείνη τη μέρα βγήκε στους δρόμους της πόλης.

Το βελιγράδι ήταν από τις πρώτες χώρες όπου οργανώνονταν ήδη από τη δεκαετία του ’80 «παρελάσεις υπερηφάνειας». Το 2001 ήταν η τελευταία χρονιά που η πορεία πραγματοποιήθηκε γιατί ξέσπασαν συγκρούσεις και η παρέλαση παρεμποδίστηκε. Το 2009 απαγορεύτηκε από την σέρβικη κυβέρνηση γιατί, όπως ανακοίνωσε, δεν μπορούσε να εξασφαλίσει την ασφαλή της έκβαση.

Τον Οκτώβρη του 2010, οι συγκρούσεις ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, σε έκταση, ένταση και συμμετοχικότητα. Οι “διαδηλωτές” (ή “αντι-διαδηλωτές” σύμφωνα με άρθρα στον σερβικό τύπο) παρουσιάστηκαν από τα τοπικά μμε και τις ανακοινώσεις του δήμου ως μέλη φασιστικών και ακροδεξιών οργανώσεων. Οι φασίστες από την εδώ μεριά του χαντακιού έδωσαν τα συγχαρητήριά τους στους σέρβους εθνικιστές για το γεγονός ότι αντιστάθηκαν στην παρέλαση των «κουλτουριάρηδων», διαφωνώντας βέβαια με την περιγραφή του πλήθους των διαδηλωτών ως “ναζί”. Και πράγματι, μπορεί οι φασίστες να ήταν αυτοί οι οποίοι κραύγαζαν «θάνατος στους ομοφυλόφιλους» αποκαλώντας τους «ντροπή του έθνους» και οι ακροδεξιές οργανώσεις να επεσήμαιναν ότι «οι παρελάσεις για τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων έρχονται σε αντίθεση με τις παραδοσιακές οικογενειακές και θρησκευτικές αξίες» αλλά όπως δείχνουν τα γεγονότα ήταν π ο λ λ ο ί αυτοί που εξέφραζαν τις ίδιες “ανησυχίες”. Ανάμεσα στους “εξεγερμένους anti-gay” βρίσκονταν οικογενειάρχες, πατριώτες και παπάδες, ένα πλήθος που απαρτιζόταν από ηλικιωμένες μανάδες μέχρι νεαρούς χούλιγκαν.

Αυτή η εικόνα δεν είναι τόσο μακρινή. Στο παρελθόν, διάφορα φασιστοειδή εκδήλωσαν με ποικίλους τρόπους τις επιθετικές τους διαθέσεις απέναντι στο athens pride.  Τα πρώτα χρόνια έκαναν κάποιες τοσοδούλικες πορείες μίσους, προσπαθώντας να προσεγγίσουν το parade, και στο τελευταίο  pride το 2010 απείλησαν δημόσια ότι θα επιτεθούν. Όπως είδαμε και παραπάνω, υπερασπιστές της εθνικής ηθικής και της οικογενειακής τάξης και ασφάλειας, δεν είναι μ ό ν ο οι φασίστες .

Αυτό το κείμενο δεν αποτελεί το σημείο που θα μιλήσουμε συνολικά για τα pride και την κριτική που έχει ασκηθεί γύρω από τον θεσμικό, εμπορευματικό και εθνικό χαρακτήρα των εκδηλώσεων που τα συνοδεύουν. Θα σταθούμε όμως στην περίπτωση των αντιδράσεων στο pride του βελιγραδίου τον Οκτώβρη του 2010, καθώς αποτελούν μια εντυπωσιακή συμπύκνωση «επιθετικών σχηματισμών» ιερών και τελετουργικών: την πατρίδα, τη θρησκεία και την οικογένεια. Κοινωνικές κατασκευές που έχουν γίνει εξαιρετικά στέρεες, που αποτελούν φαινομενικά ουδέτερα, «φυσικά και άρα αθώα» κομμάτια/δομές της ζωής. Αυτόνομες κατηγορίες που όμως αλληλοκαλύπτονται και διαπλέκόνται μεταξύ τους.

Από το σπίτι μας μέχρι το σχολείο και το πανεπιστήμιο, από τους δρόμους της πόλης μέχρι τα γήπεδα, από τις τηλεοράσεις μέχρι το στρατό ερχόμαστε αντιμέτωπες-οι με την επιθετική ετεροκανονικότητα που εξορίζει στη σφαίρα του μη ορατού και μη κανονικού ό,τι δε χωράει εντός της. Το κυρίαρχο αυτό κανονιστικό πρότυπο μοιράζει και αφαιρεί προνόμια χρησιμοποιώντας κάθε μέσο: Από την διαρκή προπαγάνδα μέχρι τις ωμές, πραγματικές επιθέσεις σε αυτούς και αυτές που ενσαρκώνουν την απειλή. Στο οικογενειακό περιβάλλον παραδίδονται τα πρώτα μαθήματα straight acting (για αγόρια και κορίτσια) και εμπεδώνεται ότι το σώμα και οι εκφράσεις πρέπει να λειτουργούν  και να αντιστοιχούν στα δύο κυρίαρχα δίπολα: “αρρενωποί άντρες- θηλυκές γυναίκες”, που κάποτε θα συναντηθούν και θα τεκνοποιήσουν σύμφωνα με τις κοινωνικές και οικονομικές επιταγές. Αυτά τα μαθήματα, αποτελούν συχνά και την πρώτη έμφυλη βία που δεχόμαστε τόσο από την οικογένεια όσο και από το σχολείο. Γονείς, δάσκαλοι και συμμαθητές κανονικοποιούν τις επιθυμίες και θεσμοθετούν την ετεροκανονικότητα ώστε να μην αφήσουν κανένα περιθώριο στην παρέκκλιση. Η μη συμβατή έκφραση διαρκώς καταστέλλεται ή στην καλύτερη περίπτωση αφομοιώνεται μέσω του αστείου, του ειρωνικού, του κοροϊδευτικού.

Η οικογένεια είναι μια θεσμοθετημένη αυτόνομη κοινωνική μονάδα αναπαραγωγής που αποτελείται (στην ελλάδα) από δύο τουλάχιστον ενήλικα άτομα ετερόφυλα και μη συγγενικά εξ αίματος, που έχουν συζευχθεί, καθώς και τα παιδιά τους. Αυτός ο τύπος οικογένειας ονομάζεται πυρηνική οικογένεια και επικράτησε στην ελλάδα στα μέσα το 20ου αιώνα. Οι βασικές λειτουργίες αυτών των ομάδων πυρήνων είναι η παροχή ικανοποίησης και ελέγχου των αναγκών -συμπεριλαμβανομένων και των σεξουαλικών σχέσεων- καθώς και η διατήρηση μιας “κοινωνικο-πολιτιστικής” κατάστασης για την ανατροφή και ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών. Η διάρθρωση της δομής της κάθε οικογένειας, (μορφοποιείται) σχετίζεται τυπικά μέσω της συγγένειας ή της ιδιοκτησίας. Η πυρηνική οικογένεια (επικύρωσε..σταθεροποιήησε) έβαλε τον ετεροκανονικό άντρα στη θέση του Ηνίοχου (έναν άντρα σκληρό και καρπερό που αντέχει στους ανταγωνισμούς και τις κακουχίες) και μετέτρεψε τη γυναίκα σε ιδιοκτησία του. Η επικράτηση αυτού του μοντέλου στηρίχθηκε στην ποινικοποίηση και τιμωρία της μη αναπαραγωγικής σεξουαλικότητας και βέβαια στη σχετική προπαγάνδα γύρω από τα δεινά που μπορεί να επιφέρει κάθε άλλη μορφή κοινωνικής οργάνωσης (με πρώτη και καλύτερη τιμωρία την κοινωνική κατακραυγή).

Σήμερα, στη θεαματική σφαίρα απεικονίζεται ότι η καριέρα και η ατομική ανέλιξη/πορεία φαίνεται να έχει κλονίσει λίγο τη σταθερότητα της οικογένειας. Η ανάγνωση όμως της πραγματικότητας και οι εμπειρίες που μοιραζόμαστε τείνουν να δείχνουν ότι στο τέλος της μοναχικής διαδρομής ή της ξέφρενης νιότης βρίσκεται η οικογένεια, η πλήρωση των συναισθημάτων. Το “οικογενειακό Όνομα”, η “οικογενειακή Τιμή”, το “οικογενειακό Χρέος” συνεχίζουν να αποτελούν τροχοπέδη στις επιθυμίες και οι Ενοχές χρησιμοποιούνται ως η αλάνθαστη μέθοδος για πειθάρχηση ή καλύτερα για εθελούσια εσωτερίκευση μιας βάναυσης αυτοπειθαρχίας (όχι για μένα, για τη φουκαριάρα τη μάνα μου…).

Με έναν ανάλογο μηχανισμό, η θρησκεία χρησιμοποιεί την έννοια της αμαρτίας. Οι παπάδες δεν παραλείπουν να εκφράσουν τους συντηρητικούς παραλογισμούς τους με κάθε αφορμή, καλώντας τους χριστιανούς στην τάξη. Μέσα σε έναν βομβαρδισμό, λοιπόν, από όλα αυτά τα Κηρύγματα, του παπά, του δάσκαλου, του γονέα, μέσα σε ένα νέφος ανασφάλειας και ενοχής, το άτομο πρέπει να επιστρατεύσει τεράστιες δυνάμεις για να μην εσωτερικεύσει «το λάθος» που φαίνεται να έχει διαπράξει. Και η δυσκολία είναι ακόμα μεγαλύτερη όταν είναι μόνο του μπροστά σε έναν ισχυρό, βέβαιο και πολυπληθή μηχανισμό. Πέρα από την εκκλησία και τα όργανά της, χρόνια διδαχής και παράδοσης έχουν χαράξει στο σώμα μας πολύ βαθιές αυλακιές: οι χριστιανικοί μύθοι, η αβάσταχτη επανάληψη του σκοπού της ζωής, η τεκνοποίηση, η πραγματική φύση του ανθρώπου, το λάθος και το σωστό, αυτό που, σε αντίθεση με τα προηγούμενα, θα κάνει περήφανους τους γονείς και τους φίλους και θα δημιουργήσει την αποδοχή από την «κοινότητα». Η αναπαραγωγή και η υποχρέωση που την ακολουθεί αποτελεί και ένα από τα βασικά διατυπωμένα επιχειρήματα ενάντια στην ομοφυλοφιλία. Στο βελιγράδι οι ιερές εικόνες, οι παπάδες και η ορθοδοξία σχημάτισαν βιβλικές στιγμές απείρου κάλους και αναγόρευσαν εαυτούς σε υπερασπιστές της εθνικής ακεραιότητας αναδεικνύοντας το αδιάρρηκτο ζεύγος «γνήσιος σέρβος»- «χριστιανός ορθόδοξος» (με το ίδιο και ιδιαίτερα γνώριμο σε εμάς τρόπο που «οι ορθόδοξοι χριστιανοί έλληνες» γίνονται εμβληματικές φιγούρες μιας «αθάνατης φυλής ελλήνων»)

Το επιχείρημα της αναπαραγωγής, ως φυσικού προορισμού του ανθρώπου και ως ερμηνείας της σεξουαλικότητάς του, χρησιμοποιείται τόσο από την ορθόδοξη προπαγάνδα όσο και από την εθνική που ονειρεύεται ένα δυνατό έθνος με ρωμαλέους άντρες να πολεμάνε τον εχθρό στα σύνορα και δίπλα τους οι γυναίκες να πλέκουν κάλτσες και να γεννάνε νέους στρατιώτες.

Εδώ είναι ένα σημείο που διακρίνεται η σύνδεση της εθνικής ταυτότητας με την χρησιμότητα της παραγωγής και προώθησης ενός ετεροκανονικού μοντέλου και πηγάζει ένα επιχείρημα που ορίζει ως απειλη για τους «πολίτες» ενός έθνους άλλες σεξουαλικότητες και τύπους σχέσεων. Αλλά ποια έθνη; Η κεντρική οργάνωση ενός κράτους ή ιδέα του ανήκειν σε μια κοινότητα που οι υπερασπιστές της θέλουν να διαφυλάξουν και να επιβάλλουν τα χαρακτηριστικά της; Αυτή η ερώτηση διατυπώνεται για να αναδείξει τις διαδικασιες (τις αποφάσεις και τα συμφέροντα) που συγκροτούν το έθνος ως κοινότητα, διαδικασίες που ο κυρίαρχος λόγος αποκρύπτει.

«Στις πατριωτικές εξάρσεις εμφανίζεται μια συλλογική επιθυμία οικειοποίησης του έθνους για ευχαρίστηση, για την απόλαυση του συνανήκειν και της δυνατότητας δημόσιας παρουσίασης του εαυτού κάτω από μια αξιοσέβαστη στέγη», γράφουν οι έκφυλες περιγράφοντας τη θετική χρήση του έθνους που περιγράφεται καλύτερα μέσω της έννοιας της «πατρίδας». Ένας χώρος που τον διαπερνούν σχέσεις αγάπης και στοργής (από την πατρίδα και για την πατρίδα), σχέσεις που προσφέρουν προστασία και οικειότητα. Μία φαντασιακή κατασκευή του έθνους- κράτους ως κλειστού και ενιαίου όλου. Ένας χώρος που οριοθετεί ένα εντός και ένα εκτός, που υπόσχεται αντίστοιχα οφέλη και κόστος. Οι ισχυρότεροι δεσμοί αυτών των σχέσεων είναι οι αδερφικές σχέσεις τιμής ανάμεσα στους ομόεθνους άνδρες και ο σεβασμός για τις μάνες και τις αδερφές τους, για τις ετερόφυλες γυναίκες που ανταποκρίνονται στο ρόλο που τους έχει ανατεθεί, την επιτέλεση του φύλου τους και τις υποχρεώσεις που αυτό συνεπάγεται. Η Επιτακτική μητρότητα που προπαγανδίστηκε εμμονικάτη δεκαετία του 80’ και κορυφώθηκε το 90’ συνομιλεί με την «απεικόνιση του έθνους ως ανδρική αδελφότητα»1. Η διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας (που μπήκε σε νέα φάση μετά το 1974) συνδέθηκε με μια ιδιαίτερη ανησυχία  για την υπογεννητικότητα η οποία στοχοποιήθηκε (και σίγουρα όχι για πρώτη φορά) σαν μείζον εθνικό πρόβλημα. Την ίδια στιγμή που εμφανίζεται το, γνωστό και ως, «δημογραφικό» ασκείται μια εκτεταμένη προπαγάνδα φόβου για την εισροή μεταναστών από την αλβανία και την βουλγαρία, εμφανίζεται το «μακεδονικό» και πληθαίνουν οι αναφορές στην αριθμητική υπεροχή του τούρκικου στρατού.  Δηλαδή με λίγα λόγια, γεννήστε παιδιά να πάνε στο στρατό να πολεμήσουν για την πατρίδα, γεννήστε γιατί θα μας νικήσουν, γιατί το έθνος αιμορραγεί και το μέλλον είναι αβέβαιο.

Η ομοφυλοφιλία αποτελεί σε αυτό το πλαίσιο μια αβεβαιότητα. Όταν γίνεται ορατή, δημόσια, γίνεται αντιληπτή από τα συντηρητικά κομμάτια ως θράσος, ως μόλυνση, ως βεβήλωση του straight δημόσιου χώρου. Προκαλείται ηθικός πανικός και μια πολιτισμική ανησυχία για την ακεραιότητα και την καθαρότητα του έθνους- κράτους. Αυτές οι εκφράσεις (οι «ανώμαλες», «αυτά που κάνει ο καθένας στο κρεβάτι του») αντιστοιχούν στο ιδιωτικό, εκεί έχουν απωθηθεί.Όταν γίνονται ορατές, αυξάνεται το επίπεδο της βίας για να τις τιμωρήσει και να τους θυμίσει που ανήκουν. «[…]όταν ο αντρικός ομοερωτισμός διαρρηγνύει τη δημόσια σφαίρα συνιστά απειλή για το πρότυπο του εθνικού φαντασιακού»

«Πόση αμαρτία πρέπει να περιέχει αυτή η πόλη για να ‘χει τόσες εκκλησίες»

Μπορεί το βελιγράδι να είναι ένα ακραίο, θα μπορούσαμε να πούμε, παράδειγμα. Όμως στη θεσσαλονίκη, λίγο πιο μουλωχτά, τα πράγματα είναι επίσης δύσκολα για τους ομοφυλοφίλους. Όσο κι αν δημιουργείται μια μηντιακή εικόνα ότι η ομοφυλοφιλία προβάλλεται και είναι ορατή, δεν υπάρχει αυτή η αντιστοιχία με την πραγματικότητα. Ο δημόσιος χώρος είναι κατειλημμένος. Δε σταμάτησε ούτε στιγμή να είναι από άβολο μέχρι  ε π ι κ ί ν δ υ ν ο  να εκφράζεται δημόσια, στο δρόμο, στο λεωφορείο, στις πλατείες, στα μαγαζιά, μια άλλη σεξουαλικότητα.

Η κουλτούρα της πόλης; Μάτσο λαϊκή, μάτσο καγκουρέ, με ιδιαίτερα συντηρητικό θρησκευτικό παρελθόν αλλά και παρόν.  Και με μια πολύ περίεργη σχέση με τη μνήμη: Πριν τρεις δεκαετίες η πόλη είχε πλήθος σημείων (πάρκα, πλατείες, μαγαζιά) που αποτελούσαν σημεία συνάντησης για ένα σωρό σεξουαλικότητες, κάτι που παραμένει άγνωστο σήμερα. Τα λιγοστά μέρη συνάντησης που απέμειναν, δέχονται συχνά επιθέσεις, ενώ συνεχίζει να θεωρείται πρόκληση το περίεργο περπάτημα, οι αγκαλιές και τα φιλιά.

Οι φυσιογνωμίες της πόλης που εκφράζουν δημόσια έναν συμπυκνωμένο συντηρητικό και σεξιστικό λόγο έχουν διατυπώσει πρόσφατα:

«Ο σεβασμιότατος αντιμετωπίζει το θέμα υπενθυμίζοντας ότι η Εκκλησία έχει ρυθμίσει τα θέματα αυτά και έχει επ’ αυτών διατυπώσει τις απαράβατες θέσεις της από αιώνων.  Δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνει τις θέσεις του» τόνισαν από τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Είχε κάνει τότε λόγο για «Σόδομα και Γόμορρα» και για «θεσμοθετημένη αμαρτία» και ότι  η ομοφυλοφιλία είναι «αναισχυντιά και ντροπή»

«Γκέι φίλους έχουμε όλοι μας. Αλίμονο, δεν κάνουμε αποκλεισμούς. Είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο, αλλά διαφωνώ ριζικά γιατί είμαι πιστός στις παραδόσεις, στις αρχές και στην ορθοδοξία. Αν ήμουν δήμαρχος, δε θα πάντρευα εγώ γκέι, όπως είμαι κατά της παρέλασης των γκέι» και κατέληξε: «Χάθηκαν οι ωραίες γυναίκες να παρελάσουν ως μαζορέτες;»

Πλανάται μια ψευδαίσθηση στον αέρα. Ότι όσο περνάει ο καιρός (έχουμε φτάσει αισίως στον 21ο αιώνα) με κάποιον περίεργο τρόπο, βελτιώνεται και το «είδος» Άνθρωπος,  με την τεχνολογία την επιστήμη, τα φάρμακα…Γίνεται πιο ανοιχτόμυαλος, λιγότερο προκατειλημμένος, πιο «πολιτισμένος» με μια λέξη.  Αποκρύπτεται ταυτόχρονα, και όχι κατά λάθος, ότι τόσο οι άνθρωποι όσο η ιστορία τους δεν πορεύονται σε μια ευθεία πορεία προς τον παράδεισο, αφήνοντας πίσω ένα σκοτεινό παρελθόν, βηματίζοντας προς ένα φωτεινό μέλλον. Γιατί ούτε το παρελθόν ήταν σκοτεινό ούτε το μέλλον λάμπει. Η ιστορία είναι προϊόν ενδοκοινωνικών συγκρούσεων, αγώνων, δημιουργίας και καταστροφής… και ηκουλτούρα, οι συνήθειές, ο τρόπος αντίληψης μεταβάλλονται όταν μεταβάλλονται και οι κοινωνικές συνθήκες στις οποίες ζουμε και οι σχέσεις που διαμορφώνουμε. Προς το παρόν, στην πόλη που ζούμε η ενδοοικογενειακή βία, οι βιασμοί, ο σεξισμός, η ομοφοβία συνεχίζουν να διαμορφώνουν ένα κομμάτι της καθημερινότητά μας. Και αυτό ακριβώς είναι το σημείο απ’ όπου εκκινούμε: η θέλησή μας να αλλάξουμε την καθημερινότητα σ’ αυτήν την αποπνικτική σκατούπολη.

«Από τη άλλη, αυτή η ρημάδα η πυρηνική οικογένεια είναι πάντα στο προσκήνιο, για κάποιον απροσδιόριστο λόγο δε χάνει την αίγλη της και τη δυνατότητα να εμφανίζεται στέρεα και συμπαγής, παρά τα πλήγματα που της καταφέρνω μέσα από την κριτική μου.. Και ομολογώ πως ζηλεύω.. Την αντοχή της. Θέλω αυτή την αντοχή και για τα «άλλα», τα δικά μου πράγματα…»

Για αυτά τα άλλα τα δικό μας πράγματα ήρθε η ώρα να μιλήσουμε κι εμείς.  Για εκείνες-ους που τολμούν να επιχειρούν ή να οραματίζονται δομές αλληλεγγύης και συσχετισμούς πέρα από το καθιερωμένο οικογενειακό πρότυπο. Για ατομικές επιλογές (και αρνήσεις) που δεν απολαμβάνουν κοινωνική νομιμότητα και αναγνώριση. Για την καταστροφή του καθεστώς αστυνόμευσης  που βρίσκεται γύρω μας και μέσα μας. Για την ισχυροποίηση της κριτικής προς το πατριαρχικό ετεροκανονικό μοντέλο. Για την αμφισβήτηση της Φυσικής τάξης πραγμάτων (που έτσι ήταν, έτσι είναι και δεν αλλάζει). Και σ αυτήν την διαδρομή θα συγκρουστούμε με όσους και όσες θέλουν να υπερασπιστούν και να διατηρήσουν μια πραγματικότητα που τρέφεται από τους διαχωρισμούς και τις καταπιέσεις.

Τα γεγονότα του βελιγραδίου δεν αποτελούνε μόνο μια σφυγμομέτρηση για το συντηρητισμό και την ομοφοβία που τρέφεται στις κοινωνιες μας. Αποτελούνε και αυτά κάθε αυτά  (εκεί στο δρόμο) ένα ακόμη μάθημα, μια διδαχή από φίλο σε φίλο , από μικρότερο σε μεγαλύτερο. Και ακόμα μια απόδειξη, αρρενωπότητας, τόλμης, θάρρους, δύναμης. Και ένας αποκλεισμός, άμα δεν ήθελες να είσαι εκεί, αν αρνιόσουν να συμμετέχεις, άμα διαφωνούσες.

wikipedia σε παραλλαγή (να το πούμε ή όχι)

Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις γίνεται επιστράτευση της θρησκείας στο επίπεδο του λόγου, για να τεθεί μια φυλετικοποιημένη εκδοχή της Ελλάδας. Οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί Έλληνες γίνονται έμβλημα μιας φυλής Ελλήνων. Παρατηρείται η σθεναρή εξάλειψη της θέσης του υποκειμένου «άθρησκος Έλληνας», ενώ οι μη χριστιανοί παράγονται συχνά ως μη χριστιανοί και ως δαιμονοποιημένο υποκείμενο και «άλλο»- και όσο πιο κοντά στην Ελλάδα βρίσκονται τόσο περισσότερο δαιμονοποιούνται. Αλεξάνδρα Χαλκιά, αναθεωρήσεις του έμφυλου έθνους: «δημογραφικά» διλήμματα, επιστήμη και λόγος, Η παραγωγή του κοινωνικού σώματος, εκδ. κατάρτι & δίνη φεμινιστικό περιοδικό 2005

Έκφυλες , έθνος: ο τόπος των ανδρών και των μανάδων τους

Μ. Χατζιδάκις

qv zine #1

This entry was posted in Μωβ κείμενα. Bookmark the permalink.